Γυναίκα: η ύψιστη έκφραση της πνευματικής θεραπείας
«Γιορτάζουμε σήμερα την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. Και πολλά έχουν γραφεί, πολλά έχουν ειπωθεί, πολλές ομιλίες γίνονται κάθε μέρα πάνω σε αυτό. Οι περισσότερες καταλήγουν στην ευχή για πραγματική ισότητα των δύο φύλων, για την ανιδιοτελή καθημερινή προσφορά προς τους συνανθρώπους μας και την έκφραση του ψυχικού σθένους και της βαθύτερης ομορφιάς της γυναίκας, ώστε να προάγουν τον πολιτισμό των ημερών μας.
Αυτά όλοι τα σκεφτόμαστε, όλοι τα θέλουμε, όλοι τα ευχόμαστε. Πώς όμως μπορούν να εκφραστούν στην καθημερινή μας ζωή, ώστε να γίνει πιο πλήρης, πιο ολοκληρωμένη, ώστε πολύ απλά να είμαστε καλά; Και μάλιστα, μέσα στα γεγονότα της σημερινής εποχής;
Κατά τη γνώμη μου αυτό είναι το ζητούμενο. Μπορεί να σκεφτεί κάποιος «τι σημασία έχει τι έκανε η Υπατία, η Μοντεσσόρι ή η Κιουρί; Που σε τελευταία ανάλυση δεν είναι ούτε σύγχρονες, που έζησαν σε άλλες εποχές, με άλλες συνήθειες, με άλλους τρόπους ζωής; Τι σχέση έχω εγώ μαζί τους;»
Δεν είναι έτσι. Γιατί, αν αυτές οι γυναίκες κατάφεραν και άνοιξαν ένα δρόμο, ο δρόμος αυτός είναι ανοιχτός και για μας σήμερα. Αλλά ποιος είναι ο δρόμος για να βρει η γυναίκα τη θέση της στην κοινωνία; Και αναφέρομαι στη σημερινή εποχή.
Όταν πρωτογνώρισα τον ποιητή και φιλόσοφο Δημήτρη Κακαλίδη, ιδρυτή του Ομίλου Εξυπηρετητών, ο οποίος υπήρξε Δάσκαλος για μένα, στο πρώτο μάθημα που έκανα μαζί του, μου ανέφερε ότι δεν θα πούμε εδώ πράγματα που δεν είναι γνωστά. Όλα είναι γνωστά και όλα έχουν ειπωθεί. Η διαφορά είναι ότι εμείς τα κάνουμε πράξη.
Κατ’ επέκταση λοιπόν, το να βρει η γυναίκα τη θέση της και να παραμείνει σε αυτή, δεν είναι κάτι στο οποίο θα αναφερθούμε μια φορά μόνο, σε μια εορταστική εκδήλωση. Είναι μια θέση που καταρχήν πρέπει να την ξεκαθαρίσουμε, να την πάρουμε, και σε αυτή να συγκλίνει όλη μας η ζωή, άσχετα με τα σκαμπανεβάσματα που θα προκύψουν.
Ο Δάσκαλος έλεγε επίσης συχνά: Η Γυναίκα είναι Μία. Δεν υπάρχει όμορφη και άσχημη γυναίκα, ούτε μορφωμένη ή αμόρφωτη, ούτε νέα ή ηλικιωμένη. Η γυναίκα είναι μία. Μέσα σε όλες τις μορφές της υπάρχει η οντότητά της.
Καταρχήν λοιπόν πρέπει όλες οι γυναίκες να αναγνωρίσουμε ότι μέσα μας υπάρχει αυτή η οντότητα. Αυτή η αναγνώριση είναι που μας δίνει την αυτοπεποίθηση για την ύπαρξή μας. Μπροστά σε αυτή τη μεγάλη αλήθεια δεν μπορούν καν να σταθούν ιδέες περί κατωτερότητας της γυναίκας κλπ, έστω κι αν έχουν υπάρξει κατά το παρελθόν ή σε κάποιο βαθμό υπάρχουν και σήμερα. Ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες θεσμικές, πολιτικές και κοινωνικές αποφάσεις βελτίωσαν τη θέση της γυναίκας ως προς την πρόσβαση στη μόρφωση, την επαγγελματική εξέλιξη, τη συμμετοχή της στα κοινά κλπ. Και αυτές αποκατέστησαν αδικίες και ανισότητες του παρελθόντος.
Αν και έχουν γίνει βήματα, το σημαντικότερο βήμα παραμένει η θέση που η ίδια δίνει στον εαυτό της. Και η θέση αυτή δεν μπορεί παρά να προέρχεται από τη βαθιά γνώση του εαυτού της και να εκφράζεται με τη συνεχή της προσφορά.
Η γυναίκα, με την ευαισθησία και το πλούσιο ψυχικό πεδίο που έχει, δέχεται μέσα της τις ιδέες, τα πρόσωπα, τα δρώμενα, τις καταστάσεις και όλα αυτά τα αναγεννά και τα εξελίσσει κι έτσι εξελίσσεται ο κόσμος.
Σε ένα καθημερινό παράδειγμα, θα λέγαμε ότι μια γυναίκα επειδή αποδέχεται τις όψεις που εκφράζει το παιδί της, με κατανόηση και ηρεμία, το εκπαιδεύει σε πιο ολοκληρωμένη λειτουργία και το στηρίζει για να εξελιχθεί. Δεν περιμένει κάτι από αυτό, δεν του ζητά κάτι. Έχει τη θέση να του προσφέρει απλά, φυσικά, χωρίς ανταλλάγματα. Αυτή ακριβώς η λειτουργία είναι η δύναμή της.
Αν όμως περιμένει να καλυφτεί πρώτα η ίδια για να προσφέρει με τη σειρά της στους άλλους, διατηρεί μέσα της παιδικές όψεις που την εγκλωβίζουν στις ανάγκες της, πράγμα που συμβαίνει από άγνοια για την αληθινή της φύση, και την κάνουν να νιώθει εξαρτώμενη. Αντίθετα το να είναι δοτική, αυτό της δίνει δύναμη και ευτυχία.
Αυτή την ύψιστη λειτουργία καλείται να έχει σε όλα τα πράγματα η γυναίκα και μ’ αυτό τον τρόπο εξασκεί την ύψιστη επιστήμη που απαιτεί καθημερινή παρατήρηση, μέθοδο και διόρθωση. Και αυτή δεν είναι άλλη από την επιστήμη της αγάπης.»